Το παιχνίδι
Μικρό αλογάκι με τα ξύλινα μάτια
Μικρό αλογάκι με τα ξύλινα μάτια
Δε μπορείς να βρεις την αγάπη σου
Κι η καρδιά μέσα σου χτυπάει
Χτυπάει.
Κι η καρδιά μέσα σου χτυπάει
Χτυπάει.
Αχ, καημένο ξύλινο αλογάκι.
Ο αναβάτης σου ήταν ένα παιδί.
Οι κούκλες στο δωμάτιο
Μιλούσαν μόνο για τα
Φορέματα
Και τα μαλλιά τους.
Κανείς μεγάλος δε σ' έπαιρνε
Στα σοβαρά.
Ολοι γελούσαν με το αυτιστικό σου
Κούνημα
Πίσω-μπρος, πίσω-μπρος
Πήγαινε η ζωή σου.
Γελούσαν, αλλά εσύ ήξερες
Την αλήθεια.
Τα βλέφαρά τους ανοιγοκλείνουν
Οι σκιές τους πηγαινοέρχονται
Τα παράθυρα υποφέρουν
Οι στάχτες εκπλήσσονται
Οι στάχτες εκπλήσσονται.
Παραπονεμένο αλογάκι
Η φωτιά μέσα σου
Θα τους κάψει όλους
Σφαγείο
Κόρη, γιατί το βλέμμα σου
Πέφτει και σπάει;
Δε γνώριζες για τα σιδερένια χέρια
Του κρεβατιού;
Μόλυνες την ανάσα σου με λέξεις
Που ξέχασες, ξέχασες τ' άλλο πρωί.
Ελαμπε το δέρμα σου αλλόκοτα,
Σπαραχτικά
Καθώς πάσχιζε να ελευθερωθεί.
Τώρα, γιατί τρέμει η ματιά σου;
Η οθόνη σε περιμένει.
Θα πετάξει το κόκκινο κρέας
Μπροστά σου
Ολοζώντανο
Κατασπαραγμένο
Ζωάκι που έκλαιγε
Και
Ετρεχε
Μες στο σκοτάδι.
(Ο φαλλός του ουρανού
Κορόιδευε ανελέητα
Μην έχοντας όρεξη πια
Να το δαμάσει).
Η ώρα της Κρίσης
Μια λέξη που παραμένει ενίοτε στάσιμη σ' ένα μοτίβο προκαθορισμένο από δισύλλαβες τρισύλλαβες και μονοσύλλαβες κραυγές η σήψη
Μια λέξη που παραμένει ενίοτε στάσιμη σ' ένα μοτίβο προκαθορισμένο από δισύλλαβες τρισύλλαβες και μονοσύλλαβες κραυγές η σήψη
και η αδυναμία παραφυλάνε έξω από τα παράθυρα όπως το μέταλλο
της φωνής ραγισμένο σαν την ανυπαρξία σας
της φωνής ραγισμένο σαν την ανυπαρξία σας
αποτελείται από προσχήματα μυστικά που μεταφέρετε τρέμοντας τα χέρια
σας αδυνατούν να πιάσουν το νόημα και παραπαίουν στις άκρες
παραφυλάτε έξω από τα παράθυρα με το σκοτάδι στο
μέτωπό σας κι αυτή η περίπλοκη θλίψη που στάζει από
τους σωλήνες και τις στέγες των σπιτιών στα μάτια
σας καθρεφτίζεται και σβήνει
είστε σ' ένα μεγάλο εστιατόριο, το βράδυ καρφώνεται
στη στέγη του, πιάνεστε από ένα μαχαίρι, ένα μαχαίρι
ειδικό να κόβει κρέας, η αιχμή του σας προβληματίζει
καθώς βλέπετε επάνω το όνειρό σας
κομμένο στα δύο μοιάζει το βράδυ από τη μια οι στέγες
οι κραυγές και η μασημένη τροφή, από την άλλη
το αιχμηρό ματωμένο αποτύπωμα και όλα τα υπόλοιπα
Σχεδιάζοντας μπροστά τους
Εκκινώ την απολογία μου με μια φωτογραφία
Χαρακτηριστικού μέρους του κόσμου: θλίψη.
Οι μέρες που απορρόφησαν την ύπαρξή μου
Ηταν σχεδιασμένες ομοιόμορφα και είχαν
Ολες το ίδιο όνομα: πλήξη. Το όνομα
Αυτό έχει δοθεί από τους βαπτιστές
Των πάντων. Δύσκολα μπορείς να του ξεφύγεις.
Οι μέρες που απορρόφησαν την ύπαρξή μου
Ηταν σχεδιασμένες ομοιόμορφα και είχαν
Ολες το ίδιο όνομα: πλήξη. Το όνομα
Αυτό έχει δοθεί από τους βαπτιστές
Των πάντων. Δύσκολα μπορείς να του ξεφύγεις.
Βλέπω τον δρόμο. Στο τέρμα του.
Κάτι φεγγίζει στην άκρη. Να προλάβω
Να το σχηματίσω. Πανικοβλημένη,
Ψάχνω στις τσέπες μου αλλά το
Μόνο που βρίσκω είναι
Ενα μολύβι. Ούτε κατά διάνοια
Δε μπορώ να τρυπήσω μ' αυτό την ατμόσφαιρα.
Να το σχηματίσω. Πανικοβλημένη,
Ψάχνω στις τσέπες μου αλλά το
Μόνο που βρίσκω είναι
Ενα μολύβι. Ούτε κατά διάνοια
Δε μπορώ να τρυπήσω μ' αυτό την ατμόσφαιρα.
Nicholas Lyras Leaving |
(πρώτη δημοσίευση: (..poema.) περιοδικό, τεύχος 18)
Ναυάγιο
Ετοιμάζεται να πιει τσάι.
Τα πόδια σταυρωμένα, το κεφάλι
Επίμονα στραμμένο χαμηλά, κοιτάζει
Με προσήλωση το φακελάκι
Που ανεβοκατεβαίνει μέσα στο
Καυτό νερό. Η κούπα
Πορσελάνινη,
Απροσπέλαστη, κλεισμένη
Στον εαυτό της.
Το νερό μαυρίζει ολοένα.
ΠΝΙΓΟΜΑΙ! ΠΝΙΓΟΜΑΙ!
(πρώτη δημοσίευση: Κουκούτσι, τεύχος 5)
ΑΜΗΧΑΝΟ ΣΕΝΑΡΙΟ
Ο αρχιστράτηγος με το γνωστό καπέλο ταΐζει
τα γουρούνια. Εγώ κρυμμένη σε μια παλιά
συνοικία, χωρίς τρόμο απεκδύομαι τις
εκφράσεις μου. Σπίτια και διαθέσιμα δωμάτια
για κάθε λογής επισκεπτήρια κατέρρευσαν
συνοικία, χωρίς τρόμο απεκδύομαι τις
εκφράσεις μου. Σπίτια και διαθέσιμα δωμάτια
για κάθε λογής επισκεπτήρια κατέρρευσαν
την οικοδομή. Συντρίμμια διασχίζουν το χάος και
αναδιπλώνεται. Εκείνη η κόκκινη κορδέλα στοιχειώνει
σαν ήλιος τα μαλλιά μου. Πώς να ανεμίσω μαζί της
ψηλά στις κορυφές; Πώς ενώ φεγγοβολά γύρω τριγύρω
η αντανάκλαση; Τα λάφυρα απ' τα όνειρα τρυπάνε
τις τσέπες μου, ρημάζουν τις ζωοτροφές. Τώρα για τη
σχεδία που θα μας σώσει ήτανε μια παρηγοριά της
φτηνής ώρας. Κι όταν μες στα χαλάσματα ανθίσει
η παπαρούνα, έλα να μου χαμογελάσεις.
αναδιπλώνεται. Εκείνη η κόκκινη κορδέλα στοιχειώνει
σαν ήλιος τα μαλλιά μου. Πώς να ανεμίσω μαζί της
ψηλά στις κορυφές; Πώς ενώ φεγγοβολά γύρω τριγύρω
η αντανάκλαση; Τα λάφυρα απ' τα όνειρα τρυπάνε
τις τσέπες μου, ρημάζουν τις ζωοτροφές. Τώρα για τη
σχεδία που θα μας σώσει ήτανε μια παρηγοριά της
φτηνής ώρας. Κι όταν μες στα χαλάσματα ανθίσει
η παπαρούνα, έλα να μου χαμογελάσεις.
ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ
Τώρα όλοι μαζί σαν εξουσιοδοτημένοι, μέσα
στο χάος να παραλειφθούμε.
Χωρίς προσωπείο, χωρίς διάγγελμα όλοι οι άνθρωποι
είναι ίσοι.
Η μικρή νευροειδής υπόφυση θα δημιουργήσει
μια αλυσίδα από άσυλα.
Μας είπανε ότι η λάσπη
δεν μπορεί να εξεγερθεί και να λάμψει.
Σαν μιλημένοι τρέχαμε από τα κοιτάσματα
των θλίψεων,
σαν παρερμηνευμένοι.
Κατεδαφιζόταν το στοίχημά μας
σαν ηχώ από παράθυρα που έτριζαν.
Και πέφταμε απ' τον τέταρτο όροφο
με χαμηλά το κεφάλι.
Φαίνεται ότι τα λάφυρα από τα
παραγεμισμένα παντελόνια
άξιζαν όσο ένα μπουκάλι βενζίνη.
Χωρίς προσωπείο, χωρίς διάγγελμα όλοι οι άνθρωποι
είναι ίσοι.
Η μικρή νευροειδής υπόφυση θα δημιουργήσει
μια αλυσίδα από άσυλα.
Μας είπανε ότι η λάσπη
δεν μπορεί να εξεγερθεί και να λάμψει.
Σαν μιλημένοι τρέχαμε από τα κοιτάσματα
των θλίψεων,
σαν παρερμηνευμένοι.
Κατεδαφιζόταν το στοίχημά μας
σαν ηχώ από παράθυρα που έτριζαν.
Και πέφταμε απ' τον τέταρτο όροφο
με χαμηλά το κεφάλι.
Φαίνεται ότι τα λάφυρα από τα
παραγεμισμένα παντελόνια
άξιζαν όσο ένα μπουκάλι βενζίνη.
Η ΚΟΙΝΗ ΜΟΙΡΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΗΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ
Όλοι περιστρεφόμαστε γύρω απ' τους εαυτούς μας σαν αυτόφωτα σώματα. Ο
κεντρικός μας άξονας χωρίζει τις επιθυμίες από τις ανάγκες και παρ' όλα αυτά
εκλιπαρεί για γαλήνη. Οι άλλοι πλανήτες μας είναι ξένοι. Παραληρούν γύρω
απ' τη δυστυχία τους κι αυτό είναι το μοναδικό κοινό σημείο. Όλα τ' άλλα είναι
απλώς εκλάμψεις φωτός. Τα χέρια της εγκοσμιότητας αγγίζουν όλους το ίδιο,
κάποιους τους πνίγουν πιο νωρίς και μ' άσχημο τρόπο. Το μυαλό λαμβάνει εξωτερικά
σήματα τα οποία ανακυκλώνει με ζήλο και τα μετατρέπει συνήθως σε σημαίες. Όλοι
βαριούνται να ζήσουν και φοβούνται να πεθάνουν. Η διαρκής ροή του νερού
υπενθυμίζει το χρέος για την ύπαρξη το οποίο ελάχιστες εξαιρέσεις κρίνουν ως
απαράδεκτο. Η τροχιά είναι κυκλική, δεν αποφεύγεται ποτέ η επιστροφή στο σημείο
εκκίνησης και δεν υπάρχει η παραμικρή εξαίρεση σ' αυτό τον κανόνα.
(πρώτη δημοσίευση: ηλεκτρονικό περιοδικό diastixo)
Ένα φάντασμα στην είσοδο
Πέθανα χθες
λίγο πριν τα μεσάνυχτα.
Εύκολα και ανώδυνα
όπως μια φευγαλέα σκέψη.
Με βρήκε το πρωί
ο θυρωρός
στεκόμουν όρθια,
με το πανωφόρι μου
τα χέρια στις τσέπες
και τον κοιτούσα
τον κοιτούσα.
Κάλεσε ασθενοφόρο
πολύ παγωνιά έξω
ο κόσμος μετέωρος
ο κόσμος λάθος
η βροχή έπεφτε
τα μωρά κλαίγανε
η καρδιά μου χτύπαγε
η νεκρή καρδιά μου
δεν έλεγε να σταματήσει.
(πρώτη δημοσίευση: bibliotheque)
http://www.youtube.com/watch?v=Bco77zWl8pE
http://www.youtube.com/watch?v=Bco77zWl8pE
Από τη Χώρα των Παράδοξων Πραγμάτων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου