Πρότυπα

ΠΡΟΤΥΠΑ

Έψαχνε να βρει το σπίτι της μα ήταν χαμένο μέσα στο δάσος. Επέστρεφε από το σχολείο και είχε στην πλάτη έναν τεράστιο σάκο γεμάτο με βιβλία...

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΩΝΙΑΝΑΚΗΣ (2)


              ΦΙΛΜ ΑΙΦΝΙΔΙΑ ΚΟΜΜΕΝΟ  


Σαν κάποιο φιλμ που κόπηκε στη μέση·
το τέλος, βέβαια, το ξέρουμε
μα ποιος αντέχει να το δει;
Εσύ, Θωμά, το είδες...
                    Τι ειρωνεία 
φύλακας νεκροταφείου (στην ταινία)
και βοηθός παραγωγής.

Α, Θωμά, θυμάσαι;  Είχαμε wrap party
ηθοποιοί και τεχνικοί χορεύαμε και πίναμε 
Somebody put something in my drink.
Αίφνης, κάποιος σου έριξε κάτι στο πιοτό.
Ήταν η Λύπη, γνώριμη και ξένη.

Την άλλη μέρα στο τηλέφωνο, είπαμε να τα πούμε.
Όμως αλλιώς το θέλησε.

Μήνες μετά με ειδοποίησαν, το είδα και στο διαδίκτυο
            η μηχανή…  εξετράπη της πορείας…
            καρφώθηκε κυριολεκτικά…
διαβάζω βιαστικά σαν να περνώ σκηνές κακής ταινίας.

Βουβά τα χείλη. Κάτω από την άσφαλτο πενθεί
ένα λιβάδι που ανθεί από ασφοδίλι. 





       ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΡΗΜΟ ΤΟ ΔΩΜΑ ΣΟΥ, ΜΙΧΑΛΗ



Δεν είναι έρημο το δώμα σου, Μιχάλη·
το καθετί και κάτι έχει κρατήσει
τα ηχεία είναι νοτισμένα από νότες
τα ποτήρια ποτίσανε ξενύχτι
το τραπεζάκι τράβηξε
τις ατελείωτες κι ατέλειωτες κουβέντες.

Οι δίσκοι τα περιοδικά και τα βιβλία
έτσι ανάκατα βαλμένα φτιάχνουν λόφους
κι άνθη της θύμησης στο φως ανηφορίζουν.

Οι τοίχοι μείνανε όπως τους άφησες
ντυμένοι με αφίσες, στη γύμνια του λευκού
ζωγραφισμένα σύμβολα συνθήματα γραμμένα
χρονολογίες-χαρακιές γυμνώνουν μνήμες.

Τα χειρόγραφά σου, θαρρείς, έχουν μια θέρμη
κόντρα στο μάταιο και την υποκρισία
είναι η Dreamland από τον Mad Wizard
μια χώρα όνειρα και μάγεμα αγάπης.
Γιατί το όνειρο είναι στα χέρια μας
όταν δυο χέρια χαίρονται
και χάνεται όταν χωρίζουν
You don’t remember I ’ll never forget.
                       
Δεν είναι έρημο το δώμα σου, Μιχάλη…

Κι αν έχεις φύγει
τα cd  και οι κασέτες είναι στο ράφι
τα riff στο αρμόνιο και στις κιθάρες
τα πλήκτρα κι οι χορδές υφαίνουν μελωδίες·
τα αποτυπώματα ταυτοποιήθηκαν
στο λίγο φως του φεγγαριού.

Φίλε μου, τα τραγούδια σου μ’ αγγίζουν
–για λίγο–,  την απώλεια επουλώνουν.

Άραγε τι ράγισε και ποιες εικόνες πήρες;
Δεν ξέρω. Αλλά λέω το βλέμμα σου θα ήταν
ένας ήλιος χαμηλός την ώρα που βραδιάζει.

Και να, κάτω από την πόρτα σου που έκλεισε
ένας μικρός ορίζοντας χαράζει.



(Τι είπε το Ποτάμι, Στιγμή 2018)


Maurice de Vlaminck, Bateaux sur la Seine



Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΤΑΜΟΣ (5)

                                            
                                                         ΤΟ ΣΤΟΜΑ


Τόσα χρόνια το χρησιμοποιεί για να μασάει την τροφή, να δέχεται εύκολα φιλιά και να λέει ναι. Σήμερα, λίγο πριν τη δεκάτη πρωινή το στόμα θα γίνει πύλη και ποντίκια θα ξεπηδούν απ' τα έγκατά του και θα τρέχουν να ξεφύγουν, παράπονα και πόνος κι αυτά θα βγαίνουν τρέχοντας κι ο καθηγητής του της Χημείας που τον μισούσε θα βγει κι αυτός, και το στόμα θα φωνάξει πιο δυνατά να βγούνε και τα χαρτιά που υπέγραψε για να μπει στη δουλειά κι ο φίλος του που του 'φαγε τη θέση, και δυο καμήλες θα βγουν κι αυτές, και η μάνα του θα πεταχτεί έξω κι αυτή η ρουφιάνα και κεραυνούς και φωτιά και βουητά βιβλικά θα ξεράσει παντού.

Μετά, το στόμα θα σχηματίσει τη λέξη "καληνύχτα" και δεν θα ξανανοίξει ποτέ.




                ΤΕΤΡΑΚΙΝΗΤΟ ΚΛΟΥΒΙ ΜΕ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ


Μακάρι να μπορούσα να ρωτήσω τη μητέρα
γιατί επιμένει να το βλέπει ως τρακάρισμα
όταν μ' έναν και μόνο ελιγμό
έδωσα κατάλυμμα
σε τόσα πουλιά του χειμώνα.




                      Η ΕΣΤΙΑ ΠΟΥ ΛΑΜΝΕΙ


Στο σπίτι μας έσπασε η βρύση.

Εμείς λουζόμασταν στην αρχαία βροχή,
ο πατέρας είπε πως αυτά συμβαίνουν
κι η μάνα προσπαθούσε να γλυτώσει κάτι εικόνες
από βέβαιο πνιγμό.

Στο κέντρο του σπιτιού ακόμα τρεμοπαίζει μια λίμνη
οι επισκέπτες στέκονται τριγύρω της
και χαίρονται τη φοβερή ερμηνεία.

Κάτι βράδια εγώ
κατεβαίνω στα δάχτυλα
της πετάω στεφάνια
και προσεύχομαι.



Dorothea Tanning, Portrait de famille


                                  ΛΕΩ ΝΑ ΒΑΨΟΥΜΕ ΤΟ LIVING-ROOM


Ένας βεδουίνος με άμμο στις δυο χούφτες που τη φυσάει και χρυσόσκονη πετάγεται στα μαλλιά της δεκαεξάχρονης που χορεύει στην Times Square παραμονή Πρωτοχρονιάς με φουστάνια κόκκινα κίτρινα και μπλε ψάρια που κλαίνε γιατί δεν μπορούν να σκαρφαλώσουνε στο δέντρο της ζωής να δουν τις τρεις πανσελήνους που συγχρονίστηκαν μετά από χίλια χρόνια κι ένας χάρτινος πρίγκιπας ζητάει από μια τελεία να τον παντρευτεί κι εκείνη γίνεται θαυμαστικό από την έκπληξή της και μια μαμά γεννάει μια κόρη με πέντε μάτια και ουρά και της λέει "κοριτσάκι μου τι όμορφο που είσαι" κι όλα αυτά μες στο φλυτζάνι του καφέ που πίνουμε με τον αγαπημένο μου κι ακουμπάμε σε μαύρα σουβέρ, "μα αγάπη μου δεν είναι σουβέρ αυτά, είναι τ' αυτιά του Μίκυ".




                        ΕΙΚΟΣΙ ΟΚΤΩ ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΚΑ


-Διάλεξε ένα χέρι. Τ' αριστερό ή το δεξί;
-Λέω να πάρω το δεξί.
-Είσαι σίγουρη ότι θέλεις το δεξί;
-Δεν ξέρω, εσύ ποιο λες να πάρω;
-Εγώ λέω να πάρεις το αριστερό.
-Καλά. Το αριστερό τότε.
-Δε θα πεις μετά πως σου άλλαξα γνώμη;
-Όχι δε θα το πω.
-Κρίμα. Πάλι το άδειο χέρι διάλεξες.
-Το βαρέθηκα αυτό το παιχνίδι. Πολύ δεν κράτησε;
-Στα δέκα χρόνια είμαστε μόνο, δεν είναι πολλά.
-Δεν είναι πολλά λες ε;
-Όχι βέβαια, δεν είναι πολλά. Θα είσαι πιο τυχερή τώρα, θα δεις.
-Αλήθεια θα είμαι;
-Ναι, θα είσαι. Θέλεις να διαλέξεις ένα χέρι;
-Θέλω.
-Ποιο θα πάρεις αυτή τη φορά;
-Λέω να πάρω το δεξί.
-Είσαι σίγουρη ότι θέλεις το δεξί;



(Η στάση απέναντι, Γαβριηλίδης 2016)