Πρότυπα

ΠΡΟΤΥΠΑ

Έψαχνε να βρει το σπίτι της μα ήταν χαμένο μέσα στο δάσος. Επέστρεφε από το σχολείο και είχε στην πλάτη έναν τεράστιο σάκο γεμάτο με βιβλία...

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ (11)


Δάσος

Λιτά
τα δέντρα,
τα σκόρπια φύλλα
όχι λυπητερά.
Κι όμως βουβά
θανάσιμα.
περπατώ και συλλέγω
χρυσή σιωπή.


Αύριον

Και αίσθημα και αίσθηση αφήσανε
οι ανεπαίσθητοι ουρανοί
χαϊδεύοντας τις επιφάνειες.


Ανυπαρξία

Η θάλασσα (πάνε θλιμμένα χρόνια)
επέθανε. γύρω της κλαίγουνε στεριές
και ορίζοντες.


Τοπίον

Οι ορίζοντες ρεμβάζουνε στα πέρατα της γης
όταν οι άνθρωποι αποκοιμήθηκαν
ή πέθαναν.


Ίσως θύμα

Θάλασσα, ίσως θύμα
ο Θεός θέλει
μια λίμνη από δάκρυα να υπάρχει
σαν έξω απ' το χρόνο,
αλλά ορατή πέραν της ψυχής.
του ανθρώπου θέαμα και καθρέφτης.


Οικογένεια

Η αποσταμένη πολιτεία της αγαθής μας ηλικίας
σα μια μητέρα ή μια μεγαλύτερη αδελφή
ακόμα αυταπατάται.
νομίζει πως θα ζυγώσουμε ξανά τα σύνορά της
και με τη μελιχρή και ντροπαλή φωνή της
γλυκιά σαν μια ανέπαφη ανάμνηση
μας ικετεύει
Πιστεύει πως εύκολος ανεκτός είναι ο γυρισμός
ήδη μας βλέπει φτάνοντας στους κόλπους της
και ξανανιώνει παρανοεί τα παλαιά μας δάκρυα


Φιλοσοφία

Συνομιλία με το αντικείμενο
πράγμα μοναχό του.
σιωπή μετρημένη
από ένα άγνωστο αυτί
μας πλησιάζει
και μας δένει,
γύρω μας βουίζει
μυθικό έντομο
ένας Θεός


Αιώνες

Μακριά απ' την κοσμογονία,
με παρατήσανε μοναχό,
σαν πτώμα
ή κτήνος

Και περάσανε οι μέρες πάνω μου
στάχτη φέρνοντας και καπνό

Περνούσανε, κι από τον ύπνο
όπου επνιγόμουνα,
έβλεπα τα θολά τραγούδια
τα δάκρυα που είχαν γίνει ουρανός
και τη σιωπή του χρόνου

Yves Tanguy, The furniture of time

Το σώμα είναι έτοιμο

Το σώμα είναι έτοιμο
Άνοιξη άσπρο τριαντάφυλλο
Μια σιωπή από σπουργίτια
Μάτια που πνίγονται
Διαγράφοντας την αλήθεια
Λικνίζοντας το μυστήριο

Λόγια μεστωμένα στο μέλι
Που κρέμονται ξέχειλα
Από ουσία
Στα κλωνάρια των δέντρων
Στα μπράτσα που σηκώνουνε καρπούς
Τα χελιδόνια


Ανακούφιση

Το μάτι αισθάνεται
μια κάποια ανακούφιση
Όταν ο άλλος απολαμβάνει
Βλέποντας τα ίδια.


Είναι Λουλούδι

Τ' όνομα του κάθε ανθρώπου
Είναι λουλούδι

Έρχεται απ' την πατρίδα
των πουλιών

Κατεβαίνει όπως η σελήνη
Στα νερά της θάλασσας
Και φέρνει γαλήνη

Όταν γυρίζει ο ήλιος
Οι γλάροι τ' ακούουν
Τόσο ψηλά ανεβαίνουν
Που όποιος τους κοιτάξει
Δε βρίσκει πια το χώμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου