Ο άνθρωπος προσευχότανε κι η γη γυρνούσε
μη δε μιλούσε στον άνεμο, μη δε μιλούσε στο βρόντο
ή στο χιόνι του τελευταίου χειμώνα
Μη φεύγεις: έτσι προσευχότανε
Όμως δεν ήταν βέβαιος πως τίποτε δεν υπήρχε
και πάνω ν' αφουγκραστεί
Ένας άγγελος ωστόσο ξεδίπλωνε τα φτερά του
γιατί η ώρα δεν είχε έρθει ακόμη.
Η φυλακή
Ένας άνθρωπος ήταν φυλακισμένος
πνιγόταν κάτω απ' τη μοχθηρία των τοίχων
ήθελε να τους σβήσει ήθελε να τους ξεχάσει
οι τοίχοι ανέβαζαν πάνω του το σαράκι των πραγμάτων
οι τοίχοι του φέρνανε διάφορα τέρατα των περασμένων
ήθελε να τα εξημερώσει μόρφαζαν όπως τα ζώα
και πλησίαζαν
και του μιλούσαν
σε λίγο δε θα 'χε παρά το χώρο του κορμιού του
πέτρινο σάβανο
έπειτα θα σκούπιζαν το κορμί του μετά την καρδιά του
κορμιού του -
Ένας Άγγελος κατέφθασε, διάνοιξε τα τείχη
ξανάδαμε τον ήλιο τον απέραντο κόσμο.
Κολάσεις
Είναι το ματωμένο κελάρι η νέα Αυγή
αναζητιούνται κι όλοι για να χαρούν να συνταυτισθούν
τα Παιδιά ενωμένα σκοτώνουν τον Πατέρα κι ιδού η
Αδελφότητα
η Αφροδίτη βγαίνει απ' τη θάλασσα
σταλάζουσα σκληρή και στολισμένη μόνο
με τα μαλλιά της
η πορνεία ψυχαναγκάζει το γαλάζιο ουρανό
ο Χριστός γεννήθηκε απ' την καρδιά
κι απ' αυτές τις μαύρες καρδιές φτιάχνει
μιαν ακολουθία Νυμφίου
ο Χριστός θανατώθηκε αγωνιζόμαστε για πάντα.
*
Προς τα σένα πετούν, Θεέ, τα μαχαίρια της ύβρης
είσαι τόσο όμορφος τόσο ήρεμος τόσο γυμνός
ας προχωρήσουμε δίπλα στην ύβρη
τα λουλούδια της συκοφαντίας
μονάχα πόνοι ανθρώπινοι θα σκίσουν το χάρτινο
ουρανό.
*
Ο πόλεμος το κρασί ο καπνός οι γυναίκες
η ηδονή οι άνθρωποι ο πόλεμος το χρήμα
οι γυναίκες η ηδονή οι άνθρωποι τα μαργαριτάρια
οι υποθέσεις το χρυσάφι το κρασί
ο αταίριαστος ήλιος.
*
Μια περιστέρα
αιωρούμενη πάνω στο γυμνό κλαδί
μεσ' απ' τον κρύο αγέρα
στον αγνό ήλιο
μετά το θάνατο
πριν την ανάσταση
να ποια ελπίδα μ' απομένει.
(Από τη συλλογή Οι Γάμοι)
Ω φωτεινέ Θεέ στήριξε τα παραπαίοντα βήματά μου
σκοτεινό ελάφι κλόνισε τα φωτεινά μου βήματα.
μακριά
Η γραμμή της αβύσσου και το σημείο υποστιγμή
με κοιτούν περίεργα ενόσω γεννιέμαι.
(Ιδρώτας από αίμα)
Ζω και τα ρόδινα ρόδα
είναι στα θεοσκότεινα
ζω τα ρόδινα ρόδα στα σκοτάδια μου.
Έρεβος
Έλεος για το γυμνό θεό που πεθαίνει στο έρεβος
διόλου έλεος
για κείνον που θέλησε τη σάρκα του ερέβους μας
και να ξαναγυρίσει το κρίμα στο έρεβος
κι όχι άλλα σκοτάδια! και να μας επαναφέρει
μ' ένα αιμάτινο κύμα πρόσθετου βασάνου
να μας αναστήσει τη στιγμή στο έρεβος
για ν' αλλάξει μέσα του το έρεβος θυσιασμένο
θάνατος των σκουληκιών μες στο μόχθο της καρδιάς
το φως μες στο γαλάζιο που δε γνωρίζει η ψυχή μας
γιατί δεν έχουμε για θάνατο παρά τ' αληθινό γαλάζιο.
(Ουράνια Ύλη)
μετάφραση : Νίκος Λεβέντης
μη δε μιλούσε στον άνεμο, μη δε μιλούσε στο βρόντο
ή στο χιόνι του τελευταίου χειμώνα
Μη φεύγεις: έτσι προσευχότανε
Όμως δεν ήταν βέβαιος πως τίποτε δεν υπήρχε
και πάνω ν' αφουγκραστεί
Ένας άγγελος ωστόσο ξεδίπλωνε τα φτερά του
γιατί η ώρα δεν είχε έρθει ακόμη.
Η φυλακή
Ένας άνθρωπος ήταν φυλακισμένος
πνιγόταν κάτω απ' τη μοχθηρία των τοίχων
ήθελε να τους σβήσει ήθελε να τους ξεχάσει
οι τοίχοι ανέβαζαν πάνω του το σαράκι των πραγμάτων
οι τοίχοι του φέρνανε διάφορα τέρατα των περασμένων
ήθελε να τα εξημερώσει μόρφαζαν όπως τα ζώα
και πλησίαζαν
και του μιλούσαν
σε λίγο δε θα 'χε παρά το χώρο του κορμιού του
πέτρινο σάβανο
έπειτα θα σκούπιζαν το κορμί του μετά την καρδιά του
κορμιού του -
Ένας Άγγελος κατέφθασε, διάνοιξε τα τείχη
ξανάδαμε τον ήλιο τον απέραντο κόσμο.
Κολάσεις
Είναι το ματωμένο κελάρι η νέα Αυγή
αναζητιούνται κι όλοι για να χαρούν να συνταυτισθούν
τα Παιδιά ενωμένα σκοτώνουν τον Πατέρα κι ιδού η
Αδελφότητα
η Αφροδίτη βγαίνει απ' τη θάλασσα
σταλάζουσα σκληρή και στολισμένη μόνο
με τα μαλλιά της
η πορνεία ψυχαναγκάζει το γαλάζιο ουρανό
ο Χριστός γεννήθηκε απ' την καρδιά
κι απ' αυτές τις μαύρες καρδιές φτιάχνει
μιαν ακολουθία Νυμφίου
ο Χριστός θανατώθηκε αγωνιζόμαστε για πάντα.
*
Προς τα σένα πετούν, Θεέ, τα μαχαίρια της ύβρης
είσαι τόσο όμορφος τόσο ήρεμος τόσο γυμνός
ας προχωρήσουμε δίπλα στην ύβρη
τα λουλούδια της συκοφαντίας
μονάχα πόνοι ανθρώπινοι θα σκίσουν το χάρτινο
ουρανό.
*
Ο πόλεμος το κρασί ο καπνός οι γυναίκες
η ηδονή οι άνθρωποι ο πόλεμος το χρήμα
οι γυναίκες η ηδονή οι άνθρωποι τα μαργαριτάρια
οι υποθέσεις το χρυσάφι το κρασί
ο αταίριαστος ήλιος.
*
Μια περιστέρα
αιωρούμενη πάνω στο γυμνό κλαδί
μεσ' απ' τον κρύο αγέρα
στον αγνό ήλιο
μετά το θάνατο
πριν την ανάσταση
να ποια ελπίδα μ' απομένει.
(Από τη συλλογή Οι Γάμοι)
Ω φωτεινέ Θεέ στήριξε τα παραπαίοντα βήματά μου
σκοτεινό ελάφι κλόνισε τα φωτεινά μου βήματα.
Rene Magritte -the masterpiece or the mysteries of horizon |
μακριά
Η γραμμή της αβύσσου και το σημείο υποστιγμή
με κοιτούν περίεργα ενόσω γεννιέμαι.
(Ιδρώτας από αίμα)
Ζω και τα ρόδινα ρόδα
είναι στα θεοσκότεινα
ζω τα ρόδινα ρόδα στα σκοτάδια μου.
Έρεβος
Έλεος για το γυμνό θεό που πεθαίνει στο έρεβος
διόλου έλεος
για κείνον που θέλησε τη σάρκα του ερέβους μας
και να ξαναγυρίσει το κρίμα στο έρεβος
κι όχι άλλα σκοτάδια! και να μας επαναφέρει
μ' ένα αιμάτινο κύμα πρόσθετου βασάνου
να μας αναστήσει τη στιγμή στο έρεβος
για ν' αλλάξει μέσα του το έρεβος θυσιασμένο
θάνατος των σκουληκιών μες στο μόχθο της καρδιάς
το φως μες στο γαλάζιο που δε γνωρίζει η ψυχή μας
γιατί δεν έχουμε για θάνατο παρά τ' αληθινό γαλάζιο.
(Ουράνια Ύλη)
μετάφραση : Νίκος Λεβέντης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου