Σονέτο
παρατεταμένης ακινησίας
Όταν αφήνεται στο πάτωμα να πέσει
η ταραχή μου, με μορφή αντικειμένου,
κοιτάζω πάντα με τα μάτια του χαμένου
που χρόνια στέκεται ψυχρός στην ίδια θέση.
Όταν η πόρτα είναι κλειστή, δε μου αρέσει
να την ανοίγω¨ βάρος ξένου
χεριού, στα δάχτυλά μου φορεμένου
οριστικά μου ‘χει τη θέληση αφαιρέσει.
Όταν η μύγα μ’ ενοχλεί, δεν τη σκοτώνω.
Όταν φωνές με προσκαλούν –δε συμμετέχω.
Όταν τηλέφωνο χτυπά, δεν το σηκώνω¨
την απραξία στις εκφάνσεις της διατρέχω
και μες στην πλήξη της αδράνειας που κατέχω
μένει το σώμα μου μετέωρο και μόνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου